Project Description


  Ο χαρακτηρισμένος ήδη από το 1921 ως «προέχον Βυζαντινό μνημείο» ναός του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται εντός του αρχαιολογικού χώρου του ιερού της Βραυρωνίας Αρτέμιδος. Είναι κτισμένος νότια του αρχαίου ναού σε απολαξευμένη επιφάνεια του βραχώδους χαμηλού λόφου της προϊστορικής ακρόπολης. Χρονολογείται στο τέλος του 15ου ̶ αρχές 16ου αι.

  Πρόκειται για μικρών διαστάσεων ναό που ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο του μονόχωρου με τρούλλο, γνωστό από τη βυζαντινή εποχή με ευρύτατη διάδοση και στους χρόνους της τουρκοκρατίας. Στην ανατολική πλευρά, σε επαφή με τη μικρή ημικυκλική κόγχη του Ιερού σώζονται κατάλοιπα αψίδας που μαρτυρούν ότι υπήρχε μεγαλύτερων διαστάσεων εκκλησία στην ίδια θέση. Ο κυρίως ναός καλύπτεται από χαμηλό τρούλλο με τέσσερα μικρά ανοίγματα, που εδράζεται απευθείας στα σφαιρικά τρίγωνα. Στα δυτικά διαμορφώνεται νάρθηκας, στεγασμένος με μικρότερο θόλο που εδράζεται σε δύο τυφλά αψιδώματα. Η τοιχοποιία του κτηρίου αποτελείται από αργούς και ημιλαξευτούς λίθους, καθώς και άφθονο αρχαίο δομικό υλικό, ενώ μαρμάρινα γλυπτά παλαιοχριστιανικής και βυζαντινής εποχής είναι εντοιχισμένα σε δεύτερη χρήση στο εσωτερικό του.

  Το μνημείο ήταν άλλοτε κατάγραφο με τοιχογραφίες που ανάγονται σε δύο περιόδους. Στο παλαιότερο στρώμα, σύγχρονο με την ανέγερση του ναού, ανήκουν οι παραστάσεις του ανατολικού τοίχου και τμήματα που έχουν αποκαλυφθεί στον νότιο και δυτικό τοίχο. Στο δεύτερο ζωγραφικό στρώμα, που σώζεται σε μεγαλύτερη έκταση και χρονολογείται περί τα τέλη του 16ου αι. ή λίγο αργότερα, ανήκουν οι περισσότερες παραστάσεις στον νότιο τοίχο, καθώς και οι τοιχογραφίες του βόρειου τοίχου, του νάρθηκα και του τρούλλου. Το εικονογραφικό πρόγραμμα ακολουθεί την καθιερωμένη διάταξη στο Ιερό, με την Πλατυτέρα στην κόγχη πλαισιωμένη από δύο σεβίζοντες αγγέλους, την Άκρα Ταπείνωση στην Πρόθεση και τον Ευαγγελισμό στο μέτωπο του τόξου. Στον τρούλλο σώζονται ελάχιστα ίχνη από τον Παντοκράτορα. Στους πλάγιους τοίχους του κυρίως ναού απεικονίζονται έφιπποι στρατιωτικοί άγιοι, ολόσωμοι και σε στηθάρια. Σήμερα, οι καλύτερα σωζόμενες παραστάσεις βρίσκονται στον νότιο τοίχο: ο Άγιος Δημήτριος έφιππος που φονεύει τον Σκυλογιάννη και ο Άγιος Παντελεήμων. Στον νάρθηκα διατηρούνται παραστάσεις ιεραρχών και μοναχών. Η δεύτερη φάση τοιχογράφησης του ναού έχει συνδεθεί με τη δράση του αγίου Τιμοθέου, επισκόπου Ευρίπου και μετέπειτα κτήτορα της Μονής Πεντέλης. Παραδίδεται ότι περί το 1580 ο Τιμόθεος αγόρασε την περιοχή της Παλαιάς Βραώνας και ασκήτευσε εκεί προχωρώντας στην ανακαίνιση του ναού και του ζωγραφικού του διακόσμου. Μάλιστα, κατά μία εκδοχή, η σπάνια απεικόνιση του αγίου μπορεί να αναγνωρισθεί στην παράσταση του ομώνυμου ιεράρχη στο βόρειο τυφλό τόξο του νάρθηκα.

  Ο ναός του Αγίου Γεωργίου φαίνεται ότι υπήρξε το επίκεντρο λατρείας μικρής μοναστικής εγκατάστασης που αποτελούσε μετόχι της Μονής Πεντέλης και περιελάμβανε προσκτίσματα στον βράχο για τις ανάγκες διαβίωσης των ασκητών, καθώς και πιθεώνα που διατηρείται σε μικρή απόσταση βορειοανατολικά του ναού.

  Το κτήριο αποκαταστάθηκε με σειρά εργασιών που έγιναν το 1962 από την Αρχαιολογική Υπηρεσία με την εποπτεία του επιμελητή αρχαιοτήτων Παύλου Λαζαρίδη. Την ίδια περίοδο συντηρήθηκαν και οι τοιχογραφίες. Λόγω της επαφής της νότιας πλευράς του με τον βράχο, ο ναός αντιμετωπίζει συστηματικά έντονο πρόβλημα υγρασίας με σοβαρές επιπτώσεις στις τοιχοποιίες και κυρίως στον ζωγραφικό διάκοσμο. Στο πλαίσιο αυτό έχουν πραγματοποιηθεί από το 2006 και εξής εργασίες στερέωσης της τοιχοποιίας και αποκατάστασης της στέγης, όπως και σωστικές επεμβάσεις συντήρησης των τοιχογραφιών.

  Αξίζει, τέλος, να αναφέρουμε ότι από τον ναό προέρχονται δύο τμήματα από ξυλόγλυπτο επιστύλιο τέμπλου με παραστάσεις αποστόλων, προφήτη και ιεράρχη, που χρονολογούνται στον 17ο και 19ο αιώνα.

  Συντάκτης:
Δήμητρα Πέτρου
Αρχαιολόγος ΕΦΑΑΝΑΤ